Γκριμάλντι

Γκριμάλντι
I
(Grimaldi).Επώνυμο οικογένειας ευγενών από τη Γένοβα. Το όνομα αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1158. Ο Γκριμό (Γκριμάλντους) διετέλεσε κυβερνήτης του Μονακό, το 1219. Αργότερα, ο δισέγγονός του Ρενιέ A’, αφού εκδιώχθηκε από τη Γένοβα, κατέφυγε στο Μονακό, του οποίου έγινε ο πρώτος ηγεμόνας. Ο τελευταίος αρσενικός απόγονος του οίκου Γ., ο Αντώνιος A’ (1667–1731) που ήταν πρίγκιπας του Μονακό και δούκας του Βαλαντινουά, πάντρεψε τη μικρότερη κόρη του με τον Ιάκωβο ντε Γκογιό-Ματινιόν, ο οποίος πήρε το όνομα Γ. και έγινε πρίγκιπας του Μονακό (1731-33). Ο δεύτερος αυτός οίκος των Γ. εξαφανίστηκε το 1949 με τον θάνατο του Λουδοβίκου B’, πρίγκιπα του Μονακό. Ο τρίτος οίκος Γ. ξεκίνησε με τον Ρενιέ, πρίγκιπα του Μονακό από το 1949, ο οποίος διαδέχτηκε τον παππού του Λουδοβίκο B’.
II
(Grimaldi).Χωριό της Ιταλίας, στην ακτή της Μεσογείου, κοντά στα σύνορα της Γαλλίας και του Μονακό. Αποτελεί τουριστικό κέντρο που συγκεντρώνει τους καλοκαιρινούς μήνες πολλούς παραθεριστές. Σε κοντινή τοποθεσία βρίσκονται σπήλαια, γνωστά ως σπήλαια του Γ. ή του Μαντόν όπου, ύστερα από έρευνες βρέθηκαν απολιθώματα ανθρώπινων σκελετών και λείψανα προϊστορικής εποχής (άνθρωπος του Γ.).
Άνθρωπος του Γκριμάλντι. Πάνω, κρανίο. Κάτω, εργαλεία και μικρό γυναικείο άγαλμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Γκριμάλντι, άνθρωπος του- — Ανθρώπινη φυλή της παλαιολιθικής εποχής. Ονομάστηκε έτσι από την τοποθεσία κοντά στην οποία βρέθηκαν ανθρώπινα λείψανα μεγάλης ανθρωπολογικής αξίας. Η φυλή του α. του Γ. αντιπροσωπεύεται από τους σκελετούς μόνο δύο ατόμων, ενός αγοριού και μιας… …   Dictionary of Greek

  • Γκριμάλντι, Φραντσέσκο Μαρία — (Francesco Maria Grimaldi, Μπολόνια 1618 – 1663).Ιταλός φυσικός. Καθηγητής των μαθηματικών στο Κολέγιο των Ιησουιτών στην Μπολόνια, ήταν αυτός που ανακάλυψε και περιέγραψε το φαινόμενο της περίθλασης του φωτός. Στο έργο του Φυσικομαθηματική… …   Dictionary of Greek

  • Μονακό — Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει με τη Γαλλία σε μήκος 4,4 χλμ. και βρέχεται από τη Μεσόγειο θάλασσα σε μήκος 4,1 χλμ. Tο πρώτο σύνταγμα που θεσπίστηκε το 1911 και τροποποιήθηκε τον Nοέμβριο του 1917, ίσχυσε έως τις 29 Iανουαρίου του 1959,… …   Dictionary of Greek

  • κλόουν — (clown). Αγγλικός όρος που χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο για να χαρακτηρίσει έναν τύπο καλλιτέχνη, κωμικό και ακροβάτη, που εμφανίζεται στο τσίρκο ή, σπανιότερα, στα θέατρα με ποικίλο πρόγραμμα και στα μιούζικ χολ. Ο κ., στον οποίο λανθασμένα… …   Dictionary of Greek

  • μάντον — (Menton). Πόλη (28.812 κάτ. το 1999) της Γαλλίας στον νομό των Παραθαλάσσιων Άλπεων (Alpes Maritimes). Βρίσκεται κοντά στα γαλλοϊταλικά σύνορα, σε απόσταση 11 χλμ. από το ιταλικό θέρετρο Βεντιμίλια. Πρόκειται για διεθνές τουριστικό κέντρο με ήπιο …   Dictionary of Greek

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • περίθλαση — Φυσικό φαινόμενο που οφείλεται στην απόκλιση ενός κύματος από την ευθύγραμμη διάδοση και παρατηρείται όταν το κύμα αυτό διέρχεται μέσω οπών ή προσκρούει σε εμπόδια, οι διαστάσεις των οποίων είναι της τάξης του μήκους του κύματος. Η π. συναντάται… …   Dictionary of Greek

  • Αλέσι, Γκαλεάτσο — (Galeazzo Alessi, Περούτζια 1512; – 1572). Ιταλός αρχιτέκτονας. Διδάχτηκε σχέδιο από τον ζωγράφο και αρχιτέκτονα Ιωάννη Καποράλι και αργότερα μαθήτευσε στο εργαστήριο του φίλου του Μιχαήλ Άγγελου, του οποίου η επίδραση στα έργα του A. είναι… …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπίδες — (hominidae). Οικογένεια πρωτευόντων θηλαστικών που ανήκει στην υπεροικογένεια των ανθρωποειδών και περιλαμβάνει σήμερα μόνο το γένος άνθρωπος (homo), με μοναδικό είδος τον λογικόέμφρονα (sapiens). Τα κύρια χαρακτηριστικά των α. είναι: εγκέφαλος… …   Dictionary of Greek

  • Αντίμπ — (Antibes). Πόλη (71.000 κάτ. το 2002) και ακρωτήριο της νοτιοανατολικής Γαλλίας στην Κυανή Ακτή. Η Α. ιδρύθηκε από Έλληνες αποίκους (η αρχαία Αντίπολη) και υπήρξε η πρώτη αυτόνομη πολιτεία της Γαλατίας. Τοποθεσία οχυρή, πολλές φορές πολιορκήθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”